3,277,241
edits
(Bailly1_3) |
(24) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ας (ἡ) :<br />magnificence, générosité.<br />'''Étymologie:''' [[μεγαλοπρεπής]]. | |btext=ας (ἡ) :<br />magnificence, générosité.<br />'''Étymologie:''' [[μεγαλοπρεπής]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η (ΑM [[μεγαλοπρέπεια]], ιων. τ. [[μεγαλοπρεπείη]]) [[μεγαλοπρεπής]]<br /><b>1.</b> [[λαμπρότητα]], [[επιβλητικότητα]], [[μεγαλείο]]<br /><b>2.</b> [[πλούτος]], [[πολυτέλεια]]<br /><b>3.</b> το υψηλό ύφος του λόγου<br /><b>4.</b> λέγεται ως [[προσφώνηση]] υψηλών προσώπων («ἡ σὴ [[μεγαλοπρέπεια]]», Ιουστιν.). | |||
}} | }} |