Anonymous

μεταναγιγνώσκομαι: Difference between revisions

From LSJ
25
(6_20)
(25)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''μεταναγιγνώσκομαι''': Παθ., μετανοῶ ἐπί τινι, [[μετὰ]] γεν., [[Αἴας]] μετανεγνώσθη θυμοῦ ([[οὕτως]] ὁ Ἕρμ. ἀντὶ τοῦ θυμόν)... μεγάλων τε νεικέων Σοφ. Αἴ. 717· ἀλλὰ τὸ ἐγνώσθην [[εἴτε]] ἁπλοῦν [[εἴτε]] σύνθετον, [[οὐδαμοῦ]] ἀπαντᾷ [[μετὰ]] ἐνεργητικῆς σημασίας, [[ὥστε]] πιθανῶς [[εἶναι]] παθητικόν, καὶ πρέπει νὰ ἑρμηνευθῇ «μετεπείσθη» ἢ κατὰ τὸν Ἡσύχ. «μετανεπείσθη», ἴδε σημ. Jebb ἐν τόπῳ.
|lstext='''μεταναγιγνώσκομαι''': Παθ., μετανοῶ ἐπί τινι, [[μετὰ]] γεν., [[Αἴας]] μετανεγνώσθη θυμοῦ ([[οὕτως]] ὁ Ἕρμ. ἀντὶ τοῦ θυμόν)... μεγάλων τε νεικέων Σοφ. Αἴ. 717· ἀλλὰ τὸ ἐγνώσθην [[εἴτε]] ἁπλοῦν [[εἴτε]] σύνθετον, [[οὐδαμοῦ]] ἀπαντᾷ [[μετὰ]] ἐνεργητικῆς σημασίας, [[ὥστε]] πιθανῶς [[εἶναι]] παθητικόν, καὶ πρέπει νὰ ἑρμηνευθῇ «μετεπείσθη» ἢ κατὰ τὸν Ἡσύχ. «μετανεπείσθη», ἴδε σημ. Jebb ἐν τόπῳ.
}}
{{grml
|mltxt=[[μεταναγιγνώσκομαι]] (Α)<br />[[μετανοώ]] για [[κάτι]], μεταπείθομαι, [[αλλάζω]] [[γνώμη]] («[[Αἴας]] μετανεγνώσθη θυμῶν... μεγάλων τε νεικέων», <b>Σοφ.</b>).
}}
}}