Anonymous

μητροπρεπής: Difference between revisions

From LSJ
25
(6_7)
(25)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''μητροπρεπής''': -ές, ὁ ἁρμόζων εἰς μητέρα, ἐν τῷ ἐπιρρ. -πῶς, Ἰω. Δαμασκ. ΙΙΙ, 689Α.
|lstext='''μητροπρεπής''': -ές, ὁ ἁρμόζων εἰς μητέρα, ἐν τῷ ἐπιρρ. -πῶς, Ἰω. Δαμασκ. ΙΙΙ, 689Α.
}}
{{grml
|mltxt=[[μητροπρεπής]], -ές (Μ)<br />αυτός που αρμόζει σε [[μητέρα]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>μητροπρεπῶς</i> (Μ)<br />με τρόπο που αρμόζει σε [[μητέρα]], μητρικά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μήτηρ]], <i>μητρός</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>πρεπής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[πρέπω]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>ανδρο</i>-<i>πρεπής</i>].
}}
}}