Anonymous

νεοβρώς: Difference between revisions

From LSJ
26
(6_23)
(26)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''νεοβρώς''': -ῶτος, ὁ, ἡ, ὁ πρὸ ὀλίγου φαγών, Ἱππ. π. Διαίτ. Ὀξ. 386.
|lstext='''νεοβρώς''': -ῶτος, ὁ, ἡ, ὁ πρὸ ὀλίγου φαγών, Ἱππ. π. Διαίτ. Ὀξ. 386.
}}
{{grml
|mltxt=[[νεοβρώς]], ὁ και ἡ (Α)<br />αυτός που έχει φάγει [[πριν]] από λίγο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>νε</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>βρώς</i> (<span style="color: red;"><</span> [[βιβρώσκω]]), <b>πρβλ.</b> <i>ημι</i>-<i>βρώς</i>, <i>ωμο</i>-<i>βρώς</i>].
}}
}}