Anonymous

οἴσω: Difference between revisions

From LSJ
617 bytes added ,  29 September 2017
28
(Autenrieth)
(28)
Line 18: Line 18:
{{Autenrieth
{{Autenrieth
|auten=see [[φέρω]].
|auten=see [[φέρω]].
}}
{{grml
|mltxt=[[οἴσω]] (Α)<br />μέλλ. του ρ. [[φέρω]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Το ρηματ. επίθ. [[οἰστός]] οδηγεί σε ένα θ. <i>οισ</i>-, άγνωστης ετυμολ., από το οποίο σχηματίζεται ο μέλλ. [[οἴσω]] του ρ. [[φέρω]]. Το θ. αυτό, που υπάρχει παρλλ. [[προς]] το θ. του ενεστ. [[φέρω]] και του αορ. <i>ἤνεγκον</i> (<b>βλ. λ.</b> [[ενεγκείν]]), έπαψε [[νωρίς]] να χρησιμοποιείται].
}}
}}