Anonymous

παννυχίζω: Difference between revisions

From LSJ
30
(SL_2)
(30)
Line 21: Line 21:
{{Slater
{{Slater
|sltr=[[παννυχίζω]] <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[play]] [[all]] [[night]] [[long]] τοῖσιν δὲ δυθμαῖσιν αὐγᾶν φλὸξ ἀνατελλομένα συνεχὲς παννυχίζει (I. 4.65)
|sltr=[[παννυχίζω]] <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[play]] [[all]] [[night]] [[long]] τοῖσιν δὲ δυθμαῖσιν αὐγᾶν φλὸξ ἀνατελλομένα συνεχὲς παννυχίζει (I. 4.65)
}}
{{grml
|mltxt=Α [[παννυχίς]]<br /><b>1.</b> (ενεργ. και μέσ.) [[αγρυπνώ]] σε [[εορτή]] καθ' όλη τη [[διάρκεια]] της νύχτας, [[τελώ]] [[αγρυπνία]] από την [[εσπέρα]] της προηγούμενης ημέρας<br /><b>2.</b> [[κάνω]] [[κάτι]] καθ' όλη τη [[διάρκεια]] της νύχτας, [[αγρυπνώ]], [[ξενυχτώ]], [[κρατώ]] όλη τη [[νύχτα]] («φλὸξ συνεχὲς παννυχίζουσα», <b>Πίνδ.</b>).
}}
}}