Anonymous

παχυδάκτυλος: Difference between revisions

From LSJ
31
(6_18)
(31)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πᾰχῠδάκτῠλος''': -ον, ὁ ἔχων τοὺς δακτύλους παχεῖς, Πολέμων. Φυσιογν. σ. 310.
|lstext='''πᾰχῠδάκτῠλος''': -ον, ὁ ἔχων τοὺς δακτύλους παχεῖς, Πολέμων. Φυσιογν. σ. 310.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο / [[παχυδάκτυλος]], -ον ΝΑ<br />αυτός που έχει παχιά δάκτυλα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>παχυ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[δάκτυλος]] (<b>πρβλ.</b> <i>τετρα</i>-[[δάκτυλος]])].
}}
}}