Anonymous

πέλωρ: Difference between revisions

From LSJ
1,280 bytes added ,  29 September 2017
31
(SL_2)
(31)
Line 24: Line 24:
{{Slater
{{Slater
|sltr=[[πέλωρ]] <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[monster]] ]πελωραβου[ Δ. 4. b. 8.
|sltr=[[πέλωρ]] <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[monster]] ]πελωραβου[ Δ. 4. b. 8.
}}
{{grml
|mltxt=-ωρος, τὸ, Α<br />(με κακή σημ.) ([[κυρίως]] για τους Κύκλωπες, τη [[Σκύλλα]], τον Πύθωνα, τον Ήφαιστο, [[καθώς]] και για [[δελφίνι]]) [[κάθε]] έμψυχο ή άψυχο που έχει υπερφυσικό [[μέγεθος]] και γενικά όχι καλή σωματική [[διάπλαση]], [[τέρας]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. [[πέλωρ]] ανάγεται σε αρχαίο τ. <i>k</i><sup>w</sup><i>er</i><i>ō</i><i>r</i>- (με ανομοιωτική [[τροπή]] του <i>πρώτον</i> -<i>ρ</i>- σε -<i>λ</i>-) και με χειλική [[αντιπροσώπευση]] του χειλοϋπερωικού φθόγγου. Στον ίδιο τ. ανάγονται τα αιολ. [[τέλωρ]]<br /><i>πελώριον</i>, [[μακρόν]] και [[τελώριος]]<br />[[μέγας]], [[πελώριος]] που παραδίδει ο Ησύχιος (<b>πρβλ.</b> [[πέλομαι]] και [[τέλομαι]]). Στον ίδιο τ., [[τέλος]], θα μπορούσε να αναχθεί η λ. [[τέρας]], με [[επίθημα]] -<i>ας</i> (<b>βλ. λ.</b> [[τέρας]])].
}}
}}