3,277,055
edits
(6_22) |
(33) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πνῑγᾰλίων''': -ωνος, ὁ, [[ἐφιάλτης]], κοινῶς «βραχνᾶς» ἐν Κυζίκῳ δὲ «πιργαλ~ιός», Λατ. incubus, ἀπὸ τοῦ πνίγειν, [[διότι]] ὁ πάσχων αἰσθάνεται ὡς νὰ πνίγηται ἐκ τῆς στενοχωρίας, Θεμίσων παρὰ Παύλ. Αἰγιν. 3. 15· πρβλ. [[ἐφιάλτης]]. | |lstext='''πνῑγᾰλίων''': -ωνος, ὁ, [[ἐφιάλτης]], κοινῶς «βραχνᾶς» ἐν Κυζίκῳ δὲ «πιργαλ~ιός», Λατ. incubus, ἀπὸ τοῦ πνίγειν, [[διότι]] ὁ πάσχων αἰσθάνεται ὡς νὰ πνίγηται ἐκ τῆς στενοχωρίας, Θεμίσων παρὰ Παύλ. Αἰγιν. 3. 15· πρβλ. [[ἐφιάλτης]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ωνος, ὁ, ΜΑ [[πνίγω]]<br />[[εφιάλτης]] που δημιουργείται από την [[αίσθηση]] του πνιγμού [[κατά]] την [[διάρκεια]] του ύπνου, αιφνίδια [[στενοχώρια]] και [[αγωνία]] που προκαλεί μεγάλο [[βάρος]] [[πάνω]] στο [[στήθος]] («τὸν ἐφιάλτην... πνιγαλίωνα προσωνόμασεν [[ἴσως]] ἀπὸ τοῡ πνίγειν», Θεμιστ.). | |||
}} | }} |