Anonymous

ποικιλόγραμμος: Difference between revisions

From LSJ
33
(6_18)
(33)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ποικῐλόγραμμος''': -ον, ὁ πεποικιλμένος διὰ γραμμῶν, ὁ [[πλήρης]] ποικίλων γραμμῶν, Ἀριστ. Ἀποσπ. 328.
|lstext='''ποικῐλόγραμμος''': -ον, ὁ πεποικιλμένος διὰ γραμμῶν, ὁ [[πλήρης]] ποικίλων γραμμῶν, Ἀριστ. Ἀποσπ. 328.
}}
{{grml
|mltxt=-ο / [[ποικιλόγραμμος]], -ον, ΝΑ<br />αυτός που έχει ποικίλες γραμμές, διαφόρων ειδών γραμμές, [[ραβδωτός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ποικίλος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>γραμμος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[γραμμή]])].
}}
}}