Anonymous

ποικιλόγραμμος: Difference between revisions

From LSJ
3b
(33)
(3b)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ο / [[ποικιλόγραμμος]], -ον, ΝΑ<br />αυτός που έχει ποικίλες γραμμές, διαφόρων ειδών γραμμές, [[ραβδωτός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ποικίλος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>γραμμος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[γραμμή]])].
|mltxt=-ο / [[ποικιλόγραμμος]], -ον, ΝΑ<br />αυτός που έχει ποικίλες γραμμές, διαφόρων ειδών γραμμές, [[ραβδωτός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ποικίλος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>γραμμος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[γραμμή]])].
}}
{{elru
|elrutext='''ποικῐλόγραμμος:''' с черными линиями или полосами Arst.
}}
}}