Anonymous

σιδηρονόμος: Difference between revisions

From LSJ
37
(6_15)
(37)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''σῐδηρονόμος''': -ον, ([[νέμω]]) ὁ διὰ τοῦ σιδήρου διανέμων, δηλ. διὰ τοῦ ξίφους, χεὶρ Αἰσχύλ. Θήβ. 788.
|lstext='''σῐδηρονόμος''': -ον, ([[νέμω]]) ὁ διὰ τοῦ σιδήρου διανέμων, δηλ. διὰ τοῦ ξίφους, χεὶρ Αἰσχύλ. Θήβ. 788.
}}
{{grml
|mltxt=-όνομον, Α<br />αυτός που διαιρεί με τον σίδηρο, [[δηλαδή]] με το [[ξίφος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>σιδηρο</i>- <span style="color: red;">+</span> -[[νόμος]]].
}}
}}