Anonymous

σιδηρονόμος: Difference between revisions

From LSJ
6
(37)
(6)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=-όνομον, Α<br />αυτός που διαιρεί με τον σίδηρο, [[δηλαδή]] με το [[ξίφος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>σιδηρο</i>- <span style="color: red;">+</span> -[[νόμος]]].
|mltxt=-όνομον, Α<br />αυτός που διαιρεί με τον σίδηρο, [[δηλαδή]] με το [[ξίφος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>σιδηρο</i>- <span style="color: red;">+</span> -[[νόμος]]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''σῐδηρονόμος:''' -ον ([[νέμω]]), αυτός που διαμερίζει, που διαμοιράζει με το [[σίδερο]], δηλ. με το [[σπαθί]], με το [[ξίφος]], σε Αισχύλ.
}}
}}