Anonymous

σίξις: Difference between revisions

From LSJ
196 bytes added ,  29 September 2017
37
(6_8)
(37)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''σίξις''': -εως, ἡ, ([[σίζω]]) ὁ συριστικὸς [[ἦχος]] ὃν παράγει θερμὸν [[μέταλλον]] ἐμβαπτόμενον εἰς τὸ [[ὕδωρ]], Ἀριστ. Μετεωρ. 2, 9, 16.
|lstext='''σίξις''': -εως, ἡ, ([[σίζω]]) ὁ συριστικὸς [[ἦχος]] ὃν παράγει θερμὸν [[μέταλλον]] ἐμβαπτόμενον εἰς τὸ [[ὕδωρ]], Ἀριστ. Μετεωρ. 2, 9, 16.
}}
{{grml
|mltxt=-εως, ἡ, Α [[σίζω]]<br />ο [[συριστικός]] [[ήχος]] που βγάζει καυτό [[μέταλλο]] όταν τοποθετηθεί στο [[νερό]].
}}
}}