Anonymous

σκολόπενδρα: Difference between revisions

From LSJ
37
(Bailly1_4)
(37)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />scolopendre de mer (sorte de ver de la famille des néréides), <i>poisson</i>.<br />'''Étymologie:''' DELG emprunt certain à un substrat.
|btext=ας (ἡ) :<br />scolopendre de mer (sorte de ver de la famille des néréides), <i>poisson</i>.<br />'''Étymologie:''' DELG emprunt certain à un substrat.
}}
{{grml
|mltxt=η, ΝΑ, και σκολόπεντρα Ν<br />[[γένος]], σύμφωνα με τη σύγχρονη επιστημονική [[ταξινόμηση]], δηλητηριωδών μυριαπόδων, μεγάλου μεγέθους, που [[είναι]] γνωστά, [[σήμερα]], με την [[κοινή]] [[ονομασία]] σαρανταποδαρούσες ή ψαλίδες<br /><b>αρχ.</b><br />[[είδος]] θαλάσσιου σκουληκιού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται πιθανότατα για δάνεια τ. του προελληνικού γλωσσικού υποστρώματος].
}}
}}