3,277,121
edits
(6_15) |
(38) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''σπερμᾰτισμός''': ὁ, παραγωγὴ σπέρματος, σπόρου, μεταφυτεύουσι πρὸς τοὺς σπερματισμοὺς (ἐξυπακ. τὰ φυτὰ) Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 7. 5, 3, [[ὁπόθεν]] ἐν τῷ ὁμοίῳ, χωρίῳ [[αὐτόθι]] 7. 4, 3 (τοὺς σπ. μεταφέροντες) ὁ Schneid. εἰκάζει ὅτι [[δέον]] νὰ παρεμβληθῇ ἡ [[πρόθεσις]] [[πρός]]. ΙΙ. [[συνουσία]], σαρκικὴ [[μῖξις]], Ἑβδ. (Λευιτ. ΙΗ´, 23). | |lstext='''σπερμᾰτισμός''': ὁ, παραγωγὴ σπέρματος, σπόρου, μεταφυτεύουσι πρὸς τοὺς σπερματισμοὺς (ἐξυπακ. τὰ φυτὰ) Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 7. 5, 3, [[ὁπόθεν]] ἐν τῷ ὁμοίῳ, χωρίῳ [[αὐτόθι]] 7. 4, 3 (τοὺς σπ. μεταφέροντες) ὁ Schneid. εἰκάζει ὅτι [[δέον]] νὰ παρεμβληθῇ ἡ [[πρόθεσις]] [[πρός]]. ΙΙ. [[συνουσία]], σαρκικὴ [[μῖξις]], Ἑβδ. (Λευιτ. ΙΗ´, 23). | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ο, ΝΜΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>βιολ.</b> γενετική [[θεωρία]] που αποδίδει στο [[σπέρμα]] του άρρενος τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του εμβρύου<br /><b>μσν.</b><br />[[γονιμοποίηση]]<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br /><b>1.</b> η [[παραγωγή]] σπέρματος (α. «τὸ [[δένδρον]] οὐ πλησθήσεται σπερματισμοῡ καὶ γόνου», Κ. Μανασσ.<br />β. «[τὰ λάχανα] μεταφυτεύουσι πρὸς σπερματισμόν» Θεόφρ.)<br /><b>2.</b> η [[εκσπερμάτιση]] [[κατά]] τη [[συνουσία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σπερματίζω]]. Η λ. ως επιστημον. όρος της Νέας Ελληνικής [[είναι]] αντιδάνεια, <b>πρβλ.</b> αγγλ. <i>spermatism</i>]. | |||
}} | }} |