Anonymous

σταχυοπλόκαμος: Difference between revisions

From LSJ
38
(6_17)
(38)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''στᾰχυοπλόκᾰμος''': -ον, ὁ ἔχων πλοκάμους ἐκ σταχύων, Ὀρφ. Λιθ. 240.
|lstext='''στᾰχυοπλόκᾰμος''': -ον, ὁ ἔχων πλοκάμους ἐκ σταχύων, Ὀρφ. Λιθ. 240.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />αυτός που έχει τα μαλλιά του στεφανωμένα με στάχια.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[στάχυς]], -<i>υος</i> <span style="color: red;">+</span> [[πλόκαμος]].
}}
}}