3,277,286
edits
(6_11) |
(38) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''στεφᾰνωματικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς στέφανον, χρησιμεύων ὡς [[στεφάνωμα]], Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 1. 12, 4, Διοσκ. | |lstext='''στεφᾰνωματικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς στέφανον, χρησιμεύων ὡς [[στεφάνωμα]], Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 1. 12, 4, Διοσκ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ή, -όν, Α [[στεφάνωμα]], -<i>ατος</i>]<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει, αναφέρεται ή αρμόζει σε [[στέφανο]]<br /><b>2.</b> ο [[κατάλληλος]] για την [[κατασκευή]] στεφάνων. | |||
}} | }} |