Anonymous

συρμός: Difference between revisions

From LSJ
1,525 bytes added ,  29 September 2017
40
(Bailly1_5)
(40)
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br /><b>1</b> action de se traîner, de ramper;<br /><b>2</b> purgation.<br />'''Étymologie:''' [[σύρω]].
|btext=οῦ (ὁ) :<br /><b>1</b> action de se traîner, de ramper;<br /><b>2</b> purgation.<br />'''Étymologie:''' [[σύρω]].
}}
{{grml
|mltxt=ο, ΝΜΑ [[σύρω]]<br />η [[ενέργεια]] και το [[αποτέλεσμα]] του [[σύρω]], [[σύρσιμο]], [[τράβηγμα]], [[έλκυση]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> σιδηροδρομική [[αμαξοστοιχία]], [[τραίνο]]<br /><b>2.</b> [[ελαφρά]] και παροδική επιδημική [[νόσος]]<br /><b>3.</b> παροδική [[συνήθεια]] με την οποία καθορίζεται ο [[τρόπος]] ή η [[μορφή]] ορισμένων εκδηλώσεων της ζωής, όπως της ενδυμασίας, [[αλλά]] και της επίπλωσης κ.ά., [[μόδα]]<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> α) «[[είναι]] του συρμού» — [[είναι]] της μόδας<br />β) «[[συρμός]] κυμάτων»<br /><b>(ηλεκτρον.)</b> [[σειρά]] κυμάτων τα οποία έχουν όλα την [[ίδια]] [[μορφή]] και ακολουθούν το ένα [[μετά]] το [[άλλο]] [[κατά]] τη διάδοσή τους σε ένα [[μέσο]], κν. κυματοπακέτο<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[γραμμή]] μετεώρου («συρμὸς... Ὠρίωνος», <b>Ανθ. Παλ.</b>)<br /><b>2.</b> η ορμητική [[κίνηση]] τών κυμάτων και τών ανέμων<br /><b>3.</b> ίχνη πορείας φιδιού<br /><b>4.</b> βία<br /><b>5.</b> [[εμετός]] ή ιατρική [[κάθαρση]].
}}
}}