Anonymous

συρμός: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_5
(6_14)
(Bailly1_5)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''συρμός''': ὁ, ([[σύρω]]) [[κίνησις]] μακρὰ διὰ τοῦ σύρειν ἢ σύρεσθαι γινομένη, ὡς τὸ ὀλκός, Λατιν. tractus, ἡ γραμμὴ ἣν σχηματίζουσι τὰ μετέωρα, πρηστήρων Πλάτ. Ἀξίοχ. 370C, πρβλ. Ἀριστ. περὶ Θαυμασ. 130. 1· ἐπὶ τῶν κυμάτων [[ὅταν]] σύρωνται, ἡ ὁρμητικὴ [[κίνησις]] αὐτῶν, Φίλων 1. 298· ἐπὶ τρικυμιῶν καὶ ἰσχυρῶν ἀνέμων, Ἀνθ. Π. 7. 8, 498· [[χαλαζήεις]] [[αὐτόθι]] 6. 221· ἡ συρτὴ [[πορεία]] τοῦ ὄφεως, Πλουτ. Ἀντών. 86. ΙΙ. [[ἔμετος]] ἢ [[κάθαρσις]] ἰατρικὴ (πρβλ. [[συρμαία]]). Νικ. Ἀλεξιφ. 256.
|lstext='''συρμός''': ὁ, ([[σύρω]]) [[κίνησις]] μακρὰ διὰ τοῦ σύρειν ἢ σύρεσθαι γινομένη, ὡς τὸ ὀλκός, Λατιν. tractus, ἡ γραμμὴ ἣν σχηματίζουσι τὰ μετέωρα, πρηστήρων Πλάτ. Ἀξίοχ. 370C, πρβλ. Ἀριστ. περὶ Θαυμασ. 130. 1· ἐπὶ τῶν κυμάτων [[ὅταν]] σύρωνται, ἡ ὁρμητικὴ [[κίνησις]] αὐτῶν, Φίλων 1. 298· ἐπὶ τρικυμιῶν καὶ ἰσχυρῶν ἀνέμων, Ἀνθ. Π. 7. 8, 498· [[χαλαζήεις]] [[αὐτόθι]] 6. 221· ἡ συρτὴ [[πορεία]] τοῦ ὄφεως, Πλουτ. Ἀντών. 86. ΙΙ. [[ἔμετος]] ἢ [[κάθαρσις]] ἰατρικὴ (πρβλ. [[συρμαία]]). Νικ. Ἀλεξιφ. 256.
}}
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br /><b>1</b> action de se traîner, de ramper;<br /><b>2</b> purgation.<br />'''Étymologie:''' [[σύρω]].
}}
}}