3,277,121
edits
(Bailly1_5) |
(41) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ας (ἡ) :<br /><i>à Athènes</i> obligation d’équiper une trière à ses frais.<br />'''Étymologie:''' [[τριήραρχος]]. | |btext=ας (ἡ) :<br /><i>à Athènes</i> obligation d’équiper une trière à ses frais.<br />'''Étymologie:''' [[τριήραρχος]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η, ΝΜΑ [[τριηράρχης]]<br />(στην αρχ. Αθήνα) [[μορφή]] δημόσιας λειτουργίας της αθηναϊκής πολιτείας την οποία αναλάμβαναν οι ευπορότεροι πολίτες, οι οποίοι ήταν υποχρεωμένοι να εξοπλίσουν μία τριήρη («οἶδ' ὅτι καὶ τριηραρχίας μισθοὺς και εἰσφορὰς τοσαύτας σοι προστάζουσιν», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br />η [[αρχηγία]] τριήρους. | |||
}} | }} |