Anonymous

συνθηματικός: Difference between revisions

From LSJ
40
(6_11)
(40)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''συνθημᾰτικός''': -ή, -όν, ὁ κατὰ προηγουμένην συνεννόησιν ἢ συμφωνίαν, γράμματα συν., ἐκ τῶν προτέρων συμπεφωνημένα, ἰδιαίτερα, οὐχὶ συνήθη, Πολύβ. 8. 18, 9. ― Ἐπίρρ. συνθηματικῶς, συνθ. γράφειν, διὰ συνθηματικῶν σημείων γράφειν, [[αὐτόθι]] 19. 4, πρβλ. [[σύνθημα]] Ι.
|lstext='''συνθημᾰτικός''': -ή, -όν, ὁ κατὰ προηγουμένην συνεννόησιν ἢ συμφωνίαν, γράμματα συν., ἐκ τῶν προτέρων συμπεφωνημένα, ἰδιαίτερα, οὐχὶ συνήθη, Πολύβ. 8. 18, 9. ― Ἐπίρρ. συνθηματικῶς, συνθ. γράφειν, διὰ συνθηματικῶν σημείων γράφειν, [[αὐτόθι]] 19. 4, πρβλ. [[σύνθημα]] Ι.
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -ό / [[συνθηματικός]], -ή, -όν, ΝΜΑ [[σύνθημα]], -<i>ατος</i>]<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο [[σύνθημα]]<br /><b>2.</b> αυτός που περιέχει ή εκφράζει ένα [[σύνθημα]], ένα [[σημείο]] συμφωνημένο εκ τών προτέρων, [[συμβολικός]] (α. «συνθηματικές γλώσσες»<br />[γλωσσ.] ιδιώματα που χρησιμοποιούνται από ομάδες ατόμων με κοινά ενδιαφέροντα ή με την [[ίδια]] επαγγελματική [[απασχόληση]], [[συνήθως]] για να επιτυγχάνεται η [[συνεννόηση]] τών μελών της ομάδας με τρόπο που να μην γίνονται αντιληπτά από τρίτους, αλλ. [[μυστικά]] ιδιώματα ή κρυφές γλώσσες<br />β. «ἔχοντα [[παρά]] τε Νικόμαχου καὶ Μελαγκόμα συνθηματικὰ γράμματα», <b>Πολ.</b>)<br />(μσν.- αρχ.) αυτός που περιλαμβάνει σύμβολα, σχήματα ή αντικείμενα με τα οποία υποδηλώνονται [[κατά]] [[συνθήκη]], [[μετά]] από [[συνεννόηση]], ορισμένες έννοιες. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br />[[συνθηματικώς]] / <i>συνθηματικῶς</i> ΝΜΑ, και <i>συνθηματικά</i> Ν<br />με συνθηματικά [[σημεία]], με συνθήματα (α. «μιλούν συνθηματικά για να μην τους καταλαβαίνουν οι άλλοι» β. «στολὰς γεγραμμένας συνθηματικῶς», <b>Πολ.</b>).
}}
}}