Anonymous

χοινίκη: Difference between revisions

From LSJ
46
(6_3)
(46)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''χοινίκη''': [ῐ], ἡ, ([[χοῖνιξ]]) = [[χνόη]], Σχόλ. εἰς Ἰλ. Β. 104. - Πρβλ. χοινικὶς Ι.
|lstext='''χοινίκη''': [ῐ], ἡ, ([[χοῖνιξ]]) = [[χνόη]], Σχόλ. εἰς Ἰλ. Β. 104. - Πρβλ. χοινικὶς Ι.
}}
{{grml
|mltxt=η, ΝΜΑ<br />(<b>[[λόγιος]] τ.</b>) [[εργαλείο]] για [[διάνοιξη]] οπών, [[τρυπάνι]]<br /><b>αρχ.</b><br />η [[χνόη]] του τροχού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[χοῖνιξ]], <i>χοίνικος</i>. Η λ. αποτελεί πιθ. [[άλλο]] τ. της λ. [[χοινικίς]]].
}}
}}