3,271,364
edits
(c1) |
(45) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1318.png Seite 1318]] ή, όν, = [[φυσιογνωμονικός]], Donat. zu Ter. Hec. 1, 1,18. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1318.png Seite 1318]] ή, όν, = [[φυσιογνωμονικός]], Donat. zu Ter. Hec. 1, 1,18. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ή, -ό / [[φυσιογνωμικός]], -ή, -όν, ΝΑ [[φυσιογνωμία]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη [[φυσιογνωμία]]<br /><b>2.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>η [[φυσιογνωμική]]<br />α) η [[μελέτη]] της συστηματικής σχέσης [[μεταξύ]] τών ψυχικών και πνευματικών ιδιοτήτων ενός ατόμου και τών χαρακτηριστικών του προσώπου ή τη [[δομή]] του σώματος του, αλλ. [[φυσιογνωμονική]]<br />β) (με υποτιμ. σημ.) [[μαντική]] ψευδοεπιστήμη, [[αγυρτεία]]<br /><b>αρχ.</b><br />(εσφ. τ.) [[φυσιογνωμονικός]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>φυσιογνωμικώς</i> και <i>φυσιογνωμικά</i> Ν<br />ως [[προς]] τη [[φυσιογνωμία]], από την [[άποψη]] της φυσιογνωμίας. | |||
}} | }} |