Anonymous

τρυγίας: Difference between revisions

From LSJ
42
(6_19)
(42)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''τρῠγίας''': -ου, ὁ, (τρὺξ) [[πλήρης]] τρυγὸς ἢ καθιζήματος, [[οἶνος]] Χρησμ. παρὰ Πλουτ. 2. 295Ε. ΙΙ. ὡς οὐσιαστ. = τρὺξ ΙΙ, Ἑβδ. (Ψαλμ. ΟΔ΄, 8), πρβλ. Ἡρῳδιαν. Ἐπιμερ. 137.
|lstext='''τρῠγίας''': -ου, ὁ, (τρὺξ) [[πλήρης]] τρυγὸς ἢ καθιζήματος, [[οἶνος]] Χρησμ. παρὰ Πλουτ. 2. 295Ε. ΙΙ. ὡς οὐσιαστ. = τρὺξ ΙΙ, Ἑβδ. (Ψαλμ. ΟΔ΄, 8), πρβλ. Ἡρῳδιαν. Ἐπιμερ. 137.
}}
{{grml
|mltxt=ὁ, Α<br /><b>1.</b> (για [[κρασί]] και με σημ. επιθ.) [[γεμάτος]] από [[κατακάθι]], [[θολός]]<br /><b>2.</b> <b>ως ουσ.</b> η [[τρυγία]], νέο αδιήθητο [[κρασί]], [[γλεύκος]], [[μούστος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τρύξ]], <i>τρυγός</i> <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ίας</i> (<b>πρβλ.</b> <i>στεμφυλ</i>-<i>ίας</i>)].
}}
}}