Anonymous

τρώξιμος: Difference between revisions

From LSJ
42
(6_16)
(42)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''τρώξιμος''': -ον, = [[τρωκτός]], Θεόκρ. 1. 49· ― τρώξιμα, τά, = [[τρωκτά]], Ἱππ. 549. 36., 550, ἐν τέλει.
|lstext='''τρώξιμος''': -ον, = [[τρωκτός]], Θεόκρ. 1. 49· ― τρώξιμα, τά, = [[τρωκτά]], Ἱππ. 549. 36., 550, ἐν τέλει.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, ΜΑ [[τρῶξις]]<br />(<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τὰ τρώξιμα</i><br />τα [[τρωγάλια]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[τρωκτός]].
}}
}}