Anonymous

συντεχνίτης: Difference between revisions

From LSJ
40
(6_3)
(40)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''συντεχνίτης''': [ῑ], -ου, ὁ, = τῷ ἑπομ., Γλωσσ.
|lstext='''συντεχνίτης''': [ῑ], -ου, ὁ, = τῷ ἑπομ., Γλωσσ.
}}
{{grml
|mltxt=ο, ΝΑ, θηλ. συντεχνίτις, -ιδος, και συντεχνίτισσα, Ν<br />[[σύντεχνος]], [[ομότεχνος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[τεχνίτης]] (<span style="color: red;"><</span> [[τέχνη]])].
}}
}}