3,277,172
edits
(6_22) |
(40) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''σφίγμα''': τό, τὸ ἰσχυρῶς δεδεμένον ἢ συνεσφιγμένον, Ἐκκλ., Βυζ. ΙΙ. [[συμπίεσις]] διὰ μηχανῶν, Ἥρων ἐν Ἀρχ. Μαθ. 245Α. | |lstext='''σφίγμα''': τό, τὸ ἰσχυρῶς δεδεμένον ἢ συνεσφιγμένον, Ἐκκλ., Βυζ. ΙΙ. [[συμπίεσις]] διὰ μηχανῶν, Ἥρων ἐν Ἀρχ. Μαθ. 245Α. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=τὸ, ΜΑ [[σφίγγω]]<br />αυτό που έχει δεθεί [[στερεά]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[συμπίεση]] σε [[μηχανή]] («[[ἔλαιον]] παρεπιχέειν δεήσει, [[ὅπως]] μηδὲν παρὰ τοῡτο [[σφίγμα]] γένηται», Ήρων.). | |||
}} | }} |