3,254,072
edits
(6_11) |
(40) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''σωματεμπορία''': ἡ, τὸ [[ἐπάγγελμα]] τοῦ σωματεμπόρου, [[ἐμπόριον]] δούλων, Γλωσσ. | |lstext='''σωματεμπορία''': ἡ, τὸ [[ἐπάγγελμα]] τοῦ σωματεμπόρου, [[ἐμπόριον]] δούλων, Γλωσσ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η, ΝΜΑ [[σωματέμπορος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />η [[προμήθεια]] σε άτομα ή σε οίκους ανοχής [[γυναικών]] ή ανηλίκων για [[ασέλγεια]], αλλ. [[εμπόριο]] λευκής σάρκας<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />το δουλεμπόριο. | |||
}} | }} |