Anonymous

τροπή: Difference between revisions

From LSJ
2,641 bytes added ,  29 September 2017
42
(T22)
(42)
Line 24: Line 24:
{{Thayer
{{Thayer
|txtha=τροπῆς, ἡ (from [[τρέπω]] to [[turn]]), a [[turning]]: of the [[heavenly]] bodies, [[ἀποσκίασμα]]); [[often]] so in the Greek writings from [[Homer]] and [[Hesiod]] [[down]] ([[see]] Liddell and Scott, [[under]] the [[word]], 1); cf. [[Sophocles]]' Lexicon, [[under]] the [[word]]).
|txtha=τροπῆς, ἡ (from [[τρέπω]] to [[turn]]), a [[turning]]: of the [[heavenly]] bodies, [[ἀποσκίασμα]]); [[often]] so in the Greek writings from [[Homer]] and [[Hesiod]] [[down]] ([[see]] Liddell and Scott, [[under]] the [[word]], 1); cf. [[Sophocles]]' Lexicon, [[under]] the [[word]]).
}}
{{grml
|mltxt=η, ΝΜΑ<br /><b>1.</b> [[αλλαγή]] κατεύθυνσης, [[γύρισμα]], [[καμπή]]<br /><b>2.</b> [[μεταβολή]], [[μετατροπή]], [[τροποποίηση]]<br /><b>3.</b> [[ηλιοστάσιο]]<br /><b>4.</b> [[μεταστροφή]], [[αλλαγή]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>γραμμ.</b> [[μεταβολή]] ενός φθόγγου σε άλλον («[[τροπή]] του <i>α</i> σε <i>η</i>»)<br /><b>2.</b> <b>μαθημ.</b> [[μετατροπή]] μιας μετρικής μονάδας σε [[άλλην]] («[[τροπή]] δεκαδικού σε [[κλάσμα]]»)<br /><b>3.</b> [[ανταλλαγή]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[αλλοίωση]] της ποιότητας ή της ουσίας («αἱ τοῡ αίματος τροπαὶ καὶ αλλοιώσεις», Τίμ.)<br /><b>2.</b> (σχετικά με εχθρό) [[απόκρουση]], [[κατατρόπωση]], [[κατανίκηση]] («βοηθήσας καὶ τροπὴν ποιήσας τών πολεμίων», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>3.</b> (στη φιλοσ. του Δημοκρ.) [[θέση]]<br /><b>4.</b> [[είδος]] νομίσματος<br /><b>5.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>αἱ [[τροπαί]]<br />α) το χειμερινό [[ηλιοστάσιο]] («ἐν τῷ αὐτῷ χειμῶνι... ἑπτὰ καὶ [[εἴκοσι]] [[νῆες]] ἄρασαι ἔπλεον... περὶ ἡλίου τροπάς», <b>Θουκ.</b>)<br />β) (για άλλα ουράνια σώματα) [[αλλαγή]] θέσης στον [[ουράνιο]] θόλο (α. «[[περί]] Πλειάδος δύσιν καὶ τροπάς», <b>Αριστοτ.</b><br />β. «ἄστρων ἐπιτολάς, δύσεις, τροπάς», Άλεξ.)<br />γ) οι μεταβαλλόμενοι άνεμοι, τροπαῑαι<br /><b>5.</b> <b>φρ.</b> α) «τροπαὶ περὶ τὸν ἀέρα» — [[μεταβολή]] της ατμοσφαιρικής κατάστασης<br />β) (στον Όμ.) «τροπαὶ ἠελίοιο»<br />([[κατά]] τον Θεοτ.) η [[δύση]]<br />γ) «τροπαὶ λέξεως»<br /><b>(ρητ.)</b> η [[μεταβολή]] της υφής του λόγου με τη [[χρησιμοποίηση]] λεκτικών τρόπων και σχημάτων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. ανάγεται στην ετεροιωμένη [[βαθμίδα]] <i>τροπ</i>- της ρίζας του ρ. [[τρέπω]] (<b>βλ. λ.</b> [[τρέπω]])].
}}
}}