Anonymous

φλαῦρος: Difference between revisions

From LSJ
45
(SL_2)
(45)
Line 21: Line 21:
{{Slater
{{Slater
|sltr=<b>φλαῡρος</b> <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[trivial]] εἴ τι καὶ φλαῦρον παραιθύσσει [[μέγα]] [[τοι]] φέρεται πὰρ [[σέθεν]] (P. 1.87)
|sltr=<b>φλαῡρος</b> <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[trivial]] εἴ τι καὶ φλαῦρον παραιθύσσει [[μέγα]] [[τοι]] φέρεται πὰρ [[σέθεν]] (P. 1.87)
}}
{{grml
|mltxt=-α, -ον, Α<br /><b>1.</b> (<b>για πράγμ.</b>) α) [[ασήμαντος]], [[μηδαμινός]]<br />β) [[πρόστυχος]], [[κακός]]<br />γ) [[ανωφελής]], [[άχρηστος]]<br /><b>2.</b> (<b>για πρόσ.</b>) α) [[ανάξιος]] ή [[ανίκανος]] για [[κάτι]]<br />β) [[φτωχός]] στην [[εμφάνιση]]<br />γ) [[ανήθικος]], [[φαύλος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. επίθ. της ιων. και αττ. [[κυρίως]] διαλέκτου, το οποίο συνδέεται από διάφορους μελετητές με το αρχ. νορβ. <i>blaudr</i> «[[δειλός]]» και το αγγλοσαξ. <i>bl</i><i>ē</i><i>ad</i> «[[δειλός]]», τα οποία, [[κατά]] μία [[άποψη]], μπορούν να αναχθούν σε μια ΙΕ [[ρίζα]] <i>bhl</i><i>ē</i><i>u</i>- / <i>bhl</i><i>ә</i><i>u</i>- / <i>bhl</i><i>ū</i>- «[[αδύναμος]], [[άθλιος]], [[ελεεινός]]». Στην [[περίπτωση]] αυτή, το -<i>α</i>- του ελλ. τ., το οποίο γεννά μορφολογικά προβλήματα, θα μπορούσε ίσως να ερμηνευθεί από τη [[χρήση]] του επιθ, στην καθημερινή [[γλώσσα]] τών Αρχαίων (<b>πρβλ.</b> [[σκάζω]] [Ι], [[σκάπτω]]). Ωστόσο, η [[άποψη]] αυτή παραμένει ανεπιβεβαίωτη, [[αφού]] [[άλλωστε]] και η [[μορφή]] της ΙΕ ρίζας [[είναι]] [[τελείως]] υποθετική και δεν μπορεί να εξακριβωθεί. Το επίθ. [[φλαῦρος]], [[τέλος]], [[πρέπει]] να συνδεθεί με το σημασιολογικώς συγγενές [[φαῦλος]] (για τη [[σχέση]] αυτή και για τις απόψεις σχετικά με τον τρόπο σχηματισμού τών επιθ. <b>βλ. λ.</b> [[φαύλος]])].
}}
}}