Anonymous

χαλκίζω: Difference between revisions

From LSJ
46
(6_2)
(46)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''χαλκίζω''': [[λάμπω]] ὡς [[χαλκός]], χαλκίζειν τὴν χροιὰν Σχόλ. εἰς Ἰλ. Ξ. 291· ἠχῶ ὡς [[χαλκός]], φωνὴ χαλκίζουσα [[Πολυδ]]. Β΄, 117. ΙΙ. [[παίζω]] τὴν παιδιὰν [[χαλκισμός]], περιδινῶ χαλκοῦν [[νόμισμα]] ὀρθὸν καὶ σταματῶ αὐτὸ μὲ ὄρθιον τὸ δάκτυλον πρὶν καταπέσῃ, Ἄλεξις ἐν Ἀδήλ. 77 «χαλκίζειν δὲ παιδιᾶς τι [[εἶδος]], ἐν ᾗ νομίσματι ἠρτίαζον» [[Πολυδ]]. Ζ΄, 105, 206· πρβλ. [[χαλκίνδα]].
|lstext='''χαλκίζω''': [[λάμπω]] ὡς [[χαλκός]], χαλκίζειν τὴν χροιὰν Σχόλ. εἰς Ἰλ. Ξ. 291· ἠχῶ ὡς [[χαλκός]], φωνὴ χαλκίζουσα [[Πολυδ]]. Β΄, 117. ΙΙ. [[παίζω]] τὴν παιδιὰν [[χαλκισμός]], περιδινῶ χαλκοῦν [[νόμισμα]] ὀρθὸν καὶ σταματῶ αὐτὸ μὲ ὄρθιον τὸ δάκτυλον πρὶν καταπέσῃ, Ἄλεξις ἐν Ἀδήλ. 77 «χαλκίζειν δὲ παιδιᾶς τι [[εἶδος]], ἐν ᾗ νομίσματι ἠρτίαζον» [[Πολυδ]]. Ζ΄, 105, 206· πρβλ. [[χαλκίνδα]].
}}
{{grml
|mltxt=ΜΑ [[χαλκός]]<br />[[λάμπω]] όπως ο [[χαλκός]] («χαλκίζειν τῇ χροιᾷ», <b>Ευστ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> ηχώ όπως ο [[χαλκός]] όταν κρούεται («φωνὴ χαλκίζουσα», <b>[[Πολυδ]].</b>)<br /><b>2.</b> [[παίζω]] το [[παιχνίδι]] [[χαλκισμός]].
}}
}}