3,277,055
edits
(2) |
(2) |
||
Line 30: | Line 30: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀκατάκριτος]], -ον) [[κατακρίνω]]<br /><b>1.</b> αυτός που δεν έχει καταδικαστεί<br /><b>2.</b> που δεν κατηγορήθηκε ή δεν μπορεί να κατακριθεί για τίποτέ<br /><b>3.</b> <b>επίρρ.</b> <i>ἀκατακρίτως</i><br />[[χωρίς]] [[κατάκριση]], ελεύθερα, άφοβα<br />«ἀκατακρίτως τολμᾱν ἐπικαλεῑσθαί σε» (Ιω. Χρυσόστομος). | |mltxt=-η, -ο (Α [[ἀκατάκριτος]], -ον) [[κατακρίνω]]<br /><b>1.</b> αυτός που δεν έχει καταδικαστεί<br /><b>2.</b> που δεν κατηγορήθηκε ή δεν μπορεί να κατακριθεί για τίποτέ<br /><b>3.</b> <b>επίρρ.</b> <i>ἀκατακρίτως</i><br />[[χωρίς]] [[κατάκριση]], ελεύθερα, άφοβα<br />«ἀκατακρίτως τολμᾱν ἐπικαλεῑσθαί σε» (Ιω. Χρυσόστομος). | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἀκατάκρῐτος:''' -ον ([[κατακρίνω]]), αυτός που δεν καταδικάσθηκε, που δεν κατακρίθηκε, σε Καινή Διαθήκη | |||
}} | }} |