Anonymous

ἀλεγεινός: Difference between revisions

From LSJ
2
(2)
(2)
Line 30: Line 30:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀλεγεινός]], -ή, -όν (Α)<br />([[επικός]] [[τύπος]] του [[ἀλγεινός]])<br /><b>1.</b> [[δύσκολος]], [[επίπονος]]<br /><b>2.</b> [[οδυνηρός]], [[πικρός]]<br /><b>3.</b> [[άθλιος]], [[κακορίζικος]].
|mltxt=[[ἀλεγεινός]], -ή, -όν (Α)<br />([[επικός]] [[τύπος]] του [[ἀλγεινός]])<br /><b>1.</b> [[δύσκολος]], [[επίπονος]]<br /><b>2.</b> [[οδυνηρός]], [[πικρός]]<br /><b>3.</b> [[άθλιος]], [[κακορίζικος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀλεγεινός:''' -ή, -όν, Επικ. αντί [[ἀλγεινός]], σε Όμηρ.· με απαρ., ἵπποι ἀλεγεινοὶ [[δαμήμεναι]], δύσκολοι να δαμαστούν, σε Ομήρ. Ιλ.
}}
}}