Anonymous

ἀκροσίδηρος: Difference between revisions

From LSJ
2
(2)
(2)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀκροσίδηρος]], -ον (Α)<br />αυτός που έχει σιδερένια [[άκρη]], [[αιχμή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀκρο</i>- (Ι) <span style="color: red;">+</span> [[σίδηρος]].
|mltxt=[[ἀκροσίδηρος]], -ον (Α)<br />αυτός που έχει σιδερένια [[άκρη]], [[αιχμή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀκρο</i>- (Ι) <span style="color: red;">+</span> [[σίδηρος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀκροσίδηρος:''' -ον, αυτός που έχει [[αιχμή]], [[άκρη]] ή έχει επενδυθεί με σίδηρο, σε Ανθ.
}}
}}