Anonymous

ἀκροσίδηρος: Difference between revisions

From LSJ
1
(2)
(1)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀκροσίδηρος:''' -ον, αυτός που έχει [[αιχμή]], [[άκρη]] ή έχει επενδυθεί με σίδηρο, σε Ανθ.
|lsmtext='''ἀκροσίδηρος:''' -ον, αυτός που έχει [[αιχμή]], [[άκρη]] ή έχει επενδυθεί με σίδηρο, σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀκροσίδηρος:''' дор. [[ἀκροσίδαρος|ἀκροσίδᾱρος]] 2 с железным наконечником ([[μύωψ]] Anth.).
}}
}}