3,277,190
edits
(7) |
(3) |
||
Line 33: | Line 33: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-η, -ο (AM [[ἄφωνος]], -ον)<br /><b>1.</b> αυτός που δεν έχει [[φωνή]], [[άλαλος]]<br /><b>2.</b> αυτός που δεν βγάζει [[φωνή]], που σωπαίνει<br /><b>3.</b> <b>γραμμ.</b> (<b>ο πληθ. ουδ. ως ουσ.</b>) <i>τα άφωνα</i><br />τα [[κλειστά]] σύμφωνα της Ελληνικής, ειδικότερα αυτά που παριστάνονται με τα γράμματα π, τ, κ / β, γ, δ / φ, θ, χ<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (για πρόσωπα) ο [[ανίκανος]] να μιλήσει ή να προφέρει [[κάτι]]<br /><b>2.</b> αυτός που έχει αδύνατη [[φωνή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>α</i>- <b>στερ.</b> <span style="color: red;">+</span> -<i>φωνος</i> <span style="color: red;"><</span> [[φωνή]] (<b>[[πρβλ]].</b> [[αγριόφωνος]], [[βαρβαρόφωνος]], [[ημίφωνος]] <b>κ.ά.</b>)]. | |mltxt=-η, -ο (AM [[ἄφωνος]], -ον)<br /><b>1.</b> αυτός που δεν έχει [[φωνή]], [[άλαλος]]<br /><b>2.</b> αυτός που δεν βγάζει [[φωνή]], που σωπαίνει<br /><b>3.</b> <b>γραμμ.</b> (<b>ο πληθ. ουδ. ως ουσ.</b>) <i>τα άφωνα</i><br />τα [[κλειστά]] σύμφωνα της Ελληνικής, ειδικότερα αυτά που παριστάνονται με τα γράμματα π, τ, κ / β, γ, δ / φ, θ, χ<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (για πρόσωπα) ο [[ανίκανος]] να μιλήσει ή να προφέρει [[κάτι]]<br /><b>2.</b> αυτός που έχει αδύνατη [[φωνή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>α</i>- <b>στερ.</b> <span style="color: red;">+</span> -<i>φωνος</i> <span style="color: red;"><</span> [[φωνή]] (<b>[[πρβλ]].</b> [[αγριόφωνος]], [[βαρβαρόφωνος]], [[ημίφωνος]] <b>κ.ά.</b>)]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἄφωνος:''' -ον ([[φωνή]])·<br /><b class="num">1.</b> [[άφωνος]], [[άναυδος]], [[άλαλος]], [[σιωπηλός]], σε Θέογν., Ηρόδ., Δημ.· με γεν., [[ἄφωνος]] ἀρᾶς, [[ανίκανος]] να προφέρει [[κατάρα]], σε Σοφ.· επίρρ. <i>-νως</i>, [[χωρίς]] [[κουβέντα]], άφωνα, στον ίδ.· ουδ. πληθ. ως επίρρ., σε Αισχύλ.<br /><b class="num">2.</b> <i>ἄφωνα</i> (ενν. <i>γράμματα</i>), τα σύμφωνα, αντίθ. προς το <i>φωνοῦντα</i> ή <i>φωνήεντα</i> (φωνήεντα), σε Ευρ., Πλάτ. | |||
}} | }} |