Anonymous

ἁπαλόφρων: Difference between revisions

From LSJ
3
(5)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἁπαλόφρων]], -ον (Α)<br />αυτός που έχει απαλά, τρυφερά αισθήματα, [[ήπιος]].
|mltxt=[[ἁπαλόφρων]], -ον (Α)<br />αυτός που έχει απαλά, τρυφερά αισθήματα, [[ήπιος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἁπᾰλόφρων:''' -ον ([[φρήν]]), αυτός που τρέφει [[μειλίχια]], τρυφερά αισθήματα, [[γλυκύς]], [[πράος]], σε Ανθ.
}}
}}