Anonymous

ἀνθρωποφυής: Difference between revisions

From LSJ
3
(4)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀνθρωποφυής]] (-ές) (Α)<br />αυτός που έχει ανθρώπινη [[φύση]], που έχει γεννηθεί από ανθρώπους.
|mltxt=[[ἀνθρωποφυής]] (-ές) (Α)<br />αυτός που έχει ανθρώπινη [[φύση]], που έχει γεννηθεί από ανθρώπους.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀνθρωποφῠής:''' -ές ([[φυή]]), αυτός που ανήκει στην ανθρώπινη [[φύση]], σε Ηρόδ.
}}
}}