3,277,301
edits
(6_13b) |
(4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''εὐνομέομαι''': μέλλ. -ήσομαι Ἡροδ. 1. 97: ἀόρ. εὐνομήθην [[αὐτόθι]] 65: πρκμ. εὐνόμημαι Ἐπιμενίδ. παρὰ Διογ. Λ. 1. 113: Ἀποθ. Ἔχω νόμους καλούς, καλὸν [[πολίτευμα]], εἶμαι [[εὔνομος]], Ἡροδ. ἔνθ’ ἀνωτ., Θουκ. 1. 18, Πλάτ. κλ.· [[πόλις]] εὐνομεῖται ὁ αὐτ. ἐν Πολ. 380 Β· [[πόλις]] ευνομουμένη Δημ. 744. 2, πρβλ. Ἀριστ. Ρητ. 1. 1, 4 Πολιτικ. 4. 8, 5· [[οἰκία]] οὐκ εὐν. Αἰσχίν. 24. 24· ἰσχύσετε, [[ὅταν]] εὐνομῆσθε, [[ὅταν]] θὰ τηρῆτε τοὺς νόμους, ὁ αὐτ. 1. 26. - Ἐν Πλάτ. Νόμ. 927Β, ἀντὶ τῆς ἐνεργ. μετοχῆς εὐνομοῦσα, ὁ Ast. προτείνει [[εὔνομος]] οὖσα. | |lstext='''εὐνομέομαι''': μέλλ. -ήσομαι Ἡροδ. 1. 97: ἀόρ. εὐνομήθην [[αὐτόθι]] 65: πρκμ. εὐνόμημαι Ἐπιμενίδ. παρὰ Διογ. Λ. 1. 113: Ἀποθ. Ἔχω νόμους καλούς, καλὸν [[πολίτευμα]], εἶμαι [[εὔνομος]], Ἡροδ. ἔνθ’ ἀνωτ., Θουκ. 1. 18, Πλάτ. κλ.· [[πόλις]] εὐνομεῖται ὁ αὐτ. ἐν Πολ. 380 Β· [[πόλις]] ευνομουμένη Δημ. 744. 2, πρβλ. Ἀριστ. Ρητ. 1. 1, 4 Πολιτικ. 4. 8, 5· [[οἰκία]] οὐκ εὐν. Αἰσχίν. 24. 24· ἰσχύσετε, [[ὅταν]] εὐνομῆσθε, [[ὅταν]] θὰ τηρῆτε τοὺς νόμους, ὁ αὐτ. 1. 26. - Ἐν Πλάτ. Νόμ. 927Β, ἀντὶ τῆς ἐνεργ. μετοχῆς εὐνομοῦσα, ὁ Ast. προτείνει [[εὔνομος]] οὖσα. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''εὐνομέομαι:''' μέλ. <i>-ήσομαι</i>, αόρ. αʹ <i>εὐνομήθεν</i>, αποθ.· [[διαθέτω]] καλούς νόμους, καλό [[πολίτευμα]], είμαι [[σύννομος]], [[εύρυθμος]], [[τακτικός]], σε Ηρόδ., Θουκ. κ.λπ. | |||
}} | }} |