Anonymous

εὐνομέομαι: Difference between revisions

From LSJ
6_13b
(13_5)
(6_13b)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1083.png Seite 1083]] dep. pass., gute Gesetze u. Verfassung haben; οὕτω ἡ χώρη εὐνομήσεται Her. 1, 97; εὐνομήθησαν 1, 65; ἡ [[Λακεδαίμων]] ἐκ παλαιτάτου εὐνομήθη Thuc. 1, 18; εἰ μέλλει εὐνομήσεσθαι ἡ [[πόλις]] Plat. Rep. II, 380 b; oft [[πόλις]] εὐνομουμένη, wie Dem. 24, 139; [[οἰκία]] πλουσία καὶ οὐκ εὐνομουμένη, nicht gut verwaltet, Aesch. 1, 171.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1083.png Seite 1083]] dep. pass., gute Gesetze u. Verfassung haben; οὕτω ἡ χώρη εὐνομήσεται Her. 1, 97; εὐνομήθησαν 1, 65; ἡ [[Λακεδαίμων]] ἐκ παλαιτάτου εὐνομήθη Thuc. 1, 18; εἰ μέλλει εὐνομήσεσθαι ἡ [[πόλις]] Plat. Rep. II, 380 b; oft [[πόλις]] εὐνομουμένη, wie Dem. 24, 139; [[οἰκία]] πλουσία καὶ οὐκ εὐνομουμένη, nicht gut verwaltet, Aesch. 1, 171.
}}
{{ls
|lstext='''εὐνομέομαι''': μέλλ. -ήσομαι Ἡροδ. 1. 97: ἀόρ. εὐνομήθην [[αὐτόθι]] 65: πρκμ. εὐνόμημαι Ἐπιμενίδ. παρὰ Διογ. Λ. 1. 113: Ἀποθ. Ἔχω νόμους καλούς, καλὸν [[πολίτευμα]], εἶμαι [[εὔνομος]], Ἡροδ. ἔνθ’ ἀνωτ., Θουκ. 1. 18, Πλάτ. κλ.· [[πόλις]] εὐνομεῖται ὁ αὐτ. ἐν Πολ. 380 Β· [[πόλις]] ευνομουμένη Δημ. 744. 2, πρβλ. Ἀριστ. Ρητ. 1. 1, 4 Πολιτικ. 4. 8, 5· [[οἰκία]] οὐκ εὐν. Αἰσχίν. 24. 24· ἰσχύσετε, [[ὅταν]] εὐνομῆσθε, [[ὅταν]] θὰ τηρῆτε τοὺς νόμους, ὁ αὐτ. 1. 26. - Ἐν Πλάτ. Νόμ. 927Β, ἀντὶ τῆς ἐνεργ. μετοχῆς εὐνομοῦσα, ὁ Ast. προτείνει [[εὔνομος]] οὖσα.
}}
}}