Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἐκκρεμάννυμι: Difference between revisions

From LSJ
4
(10)
(4)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐκκρεμάννυμι]] (Α)<br /><b>1.</b> [[κρεμώ]] [[κάτι]] από ένα [[μέρος]] ή [[πράγμα]]<br /><b>2.</b> <b>μέσ.</b> [[είμαι]] εξαρτημένος από [[κάτι]], [[είμαι]] αφοσιωμένος σε [[κάτι]].
|mltxt=[[ἐκκρεμάννυμι]] (Α)<br /><b>1.</b> [[κρεμώ]] [[κάτι]] από ένα [[μέρος]] ή [[πράγμα]]<br /><b>2.</b> <b>μέσ.</b> [[είμαι]] εξαρτημένος από [[κάτι]], [[είμαι]] αφοσιωμένος σε [[κάτι]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἐκκρεμάννῡμι:''' μέλ. <i>-κρεμάσω</i>·<br /><b class="num">I.</b> [[κρεμώ]] από ή πάνω σ' ένα [[πράγμα]]· <i>τι ἔκ τινος</i>, σε Αριστοφ.<br /><b class="num">II.</b> Παθ., προσκολλώμαι από ή σε, με γεν., σε Θουκ.· μεταφ., είμαι αφοσιωμένος, σε Ευρ.
}}
}}