Anonymous

ὁμηγυρίζομαι: Difference between revisions

From LSJ
5
(28)
(5)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ὁμηγυρίζομαι]] (Α) [[ομήγυρις]]<br />[[συναθροίζω]], [[συγκαλώ]], [[συγκεντρώνω]] («πρὶν κεῑνον ὁμηγυρίσασθαι Ἀχαιοὺς εἰς ἀγορήν», <b>Ομ. Οδ.</b>).
|mltxt=[[ὁμηγυρίζομαι]] (Α) [[ομήγυρις]]<br />[[συναθροίζω]], [[συγκαλώ]], [[συγκεντρώνω]] («πρὶν κεῑνον ὁμηγυρίσασθαι Ἀχαιοὺς εἰς ἀγορήν», <b>Ομ. Οδ.</b>).
}}
{{lsm
|lsmtext='''ὁμηγῠρίζομαι:''' απαρ. αορ. αʹ <i>ὁμηγυρίσασθαι</i>, αποθ., [[συναθροίζω]], [[συγκαλώ]], σε Ομήρ. Οδ.
}}
}}