3,277,121
edits
(9) |
(4) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=<b>(I)</b><br />ο (AM [[δίοπος]]) [[διέπω]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>ναυτ.</b> [[κατώτερος]] [[βαθμοφόρος]] του πολεμικού ναυτικού [[αντίστοιχος]] του δεκανέα του στρατού ξηράς<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br /><b>1.</b> [[κυβερνήτης]]<br /><b>2.</b> [[κυβερνήτης]] πλοίου<br /><b>3.</b> αυτός που επιστατεί στη [[φόρτωση]] πλοίου και επιτηρεί το [[φορτίο]].———————— <b>(II)</b><br />[[δίοπος]], -ον (Α)<br />αυτός που έχει δύο τρύπες («δίοποι αὐλοί»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>δι</i>- <span style="color: red;">+</span> <i>οπή</i>]. | |mltxt=<b>(I)</b><br />ο (AM [[δίοπος]]) [[διέπω]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>ναυτ.</b> [[κατώτερος]] [[βαθμοφόρος]] του πολεμικού ναυτικού [[αντίστοιχος]] του δεκανέα του στρατού ξηράς<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br /><b>1.</b> [[κυβερνήτης]]<br /><b>2.</b> [[κυβερνήτης]] πλοίου<br /><b>3.</b> αυτός που επιστατεί στη [[φόρτωση]] πλοίου και επιτηρεί το [[φορτίο]].———————— <b>(II)</b><br />[[δίοπος]], -ον (Α)<br />αυτός που έχει δύο τρύπες («δίοποι αὐλοί»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>δι</i>- <span style="color: red;">+</span> <i>οπή</i>]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''δίοπος:''' ὁ ([[διέπω]]), [[κυβερνήτης]], [[διοικητής]], σε Αισχύλ., Ευρ. | |||
}} | }} |