Anonymous

κρημνός: Difference between revisions

From LSJ
5
(21)
(5)
Line 30: Line 30:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο (AM [[κρημνός]])<br />απότομο πρανές με γεώδη υλικά που [[είναι]] [[σχεδόν]] κατακόρυφο και σχηματίζεται [[κατά]] [[μήκος]] τών ακτογραμμών ή τών κλιτύων, [[γκρεμός]] («[[θαλάσσιος]] [[κρημνός]]»)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>ιατρ.</b> [[τμήμα]] ιστού ή οστού στο οποίο διατηρούνται τα τροφοφόρα αγγεία και το οποίο χρησιμοποιείται, ελεύθερο ή εξαρτώμενο από μίσχο, για την [[κάλυψη]] ιστικών ελλειμμάτων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Βλ. λ. [[γκρεμός]]].
|mltxt=ο (AM [[κρημνός]])<br />απότομο πρανές με γεώδη υλικά που [[είναι]] [[σχεδόν]] κατακόρυφο και σχηματίζεται [[κατά]] [[μήκος]] τών ακτογραμμών ή τών κλιτύων, [[γκρεμός]] («[[θαλάσσιος]] [[κρημνός]]»)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>ιατρ.</b> [[τμήμα]] ιστού ή οστού στο οποίο διατηρούνται τα τροφοφόρα αγγεία και το οποίο χρησιμοποιείται, ελεύθερο ή εξαρτώμενο από μίσχο, για την [[κάλυψη]] ιστικών ελλειμμάτων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Βλ. λ. [[γκρεμός]]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''κρημνός:''' ὁ ([[κρήμναμαι]]), ύψωμα που προεξέχει, όπως η απότομη όχθη ποταμού, [[άκρη]] τάφρου, σε Ομήρ. Ιλ.· [[έπειτα]], γκρεμώδης [[βράχος]], [[απόκρημνος]] [[βράχος]], κατσάβραχο, σε Ηρόδ., Αριστοφ.· κατὰ [[τῶν]] κρημνῶν, [[κάτω]] από τους βράχους των Επιπολών, σε Θουκ.
}}
}}