Anonymous

ἀνταπόλλυμι: Difference between revisions

From LSJ
3
(4)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀνταπόλλυμι]] (Α)<br />[[φονεύω]] κάποιον για [[αντίποινα]].
|mltxt=[[ἀνταπόλλυμι]] (Α)<br />[[φονεύω]] κάποιον για [[αντίποινα]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀνταπόλλῡμι:''' μέλ. <i>-απολέσω</i>,<br /><b class="num">I.</b> [[καταστρέφω]] ως [[ανταπόδοση]], σε Ευρ., Πλάτ.<br /><b class="num">II.</b> Παθ. και Μέσ., με Ενεργ. παρακ. βʹ <i>-απόλωλα</i>, [[χάνομαι]] με τη [[σειρά]] μου, σε Ευρ.· [[ὑπὲρ]] ἀνδρὸς ἑκάστου [[δέκα]] ἀνταπόλλυσθαι, ότι [[δέκα]] θα θανατωθούν ως [[εκδίκηση]] για [[κάθε]] ένα άνδρα ξεχωριστά, σε Ηρόδ.
}}
}}