Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἀνέκδοτος: Difference between revisions

From LSJ
3
(4)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (AM [[ἀνέκδοτος]], -ον)<br />αυτός που δεν έχει εκδοθεί, ο [[αδημοσίευτος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (για εγκληματίες) [[εκείνος]] που δεν έχει εκδοθεί, δεν έχει παραδοθεί από ένα [[κράτος]] σε [[άλλο]] για να δικαστεί ή να εκτίσει [[ποινή]] η οποία του επιβλήθηκε [[ερήμην]]<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> σύντομη [[διήγηση]] πραγματικού ή φανταστικού επεισοδίου με ευτράπελο στόχο [[συνήθως]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> ο [[μυστικός]]<br /><b>2.</b> (για [[κόρη]]) αυτή που δεν έχει δοθεί για γάμο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>αν</i>- <b>στερ.</b> <span style="color: red;">+</span> [[εκδίδω]](<i>μι</i>). Η [[σημασία]] της ουσιαστικοποιημένης λ. [[ανέκδοτο]] «ιστοριούλα με ευτράπελο [[συνήθως]] χαρακτήρα» προήλθε από το ομώνυμο [[έργο]] του βυζαντινού ιστορικού Προκοπίου (6 μ.Χ. αιώνα)].
|mltxt=-η, -ο (AM [[ἀνέκδοτος]], -ον)<br />αυτός που δεν έχει εκδοθεί, ο [[αδημοσίευτος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (για εγκληματίες) [[εκείνος]] που δεν έχει εκδοθεί, δεν έχει παραδοθεί από ένα [[κράτος]] σε [[άλλο]] για να δικαστεί ή να εκτίσει [[ποινή]] η οποία του επιβλήθηκε [[ερήμην]]<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> σύντομη [[διήγηση]] πραγματικού ή φανταστικού επεισοδίου με ευτράπελο στόχο [[συνήθως]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> ο [[μυστικός]]<br /><b>2.</b> (για [[κόρη]]) αυτή που δεν έχει δοθεί για γάμο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>αν</i>- <b>στερ.</b> <span style="color: red;">+</span> [[εκδίδω]](<i>μι</i>). Η [[σημασία]] της ουσιαστικοποιημένης λ. [[ανέκδοτο]] «ιστοριούλα με ευτράπελο [[συνήθως]] χαρακτήρα» προήλθε από το ομώνυμο [[έργο]] του βυζαντινού ιστορικού Προκοπίου (6 μ.Χ. αιώνα)].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀνέκδοτος:''' -ον, μη δοσμένη σε γάμο, σε Δημ. κ.λπ.
}}
}}