Anonymous

εὐδιεινός: Difference between revisions

From LSJ
4
(14)
(4)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[εὐδιεινός]], -ή, -όν (ΑΜ, Α και εὐδ(ε)ινός, -ή, -όν)<br /><b>1.</b> [[εύδιος]] («εὐδιεινὴν γαλήνην παρασχών», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>2.</b> (για [[τόπο]]) αυτός που προφυλάσσεται από τις καιρικές μεταβολές («ἐν εὐδιεινοῑς» — σε απάνεμα μέρη, <b>Ξεν.</b>). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>εὐδιεινῶς</i> (Α)<br />με [[πραότητα]], [[ήσυχα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ευδία]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>εινος</i>, [[κατά]] τα <i>φα</i>-<i>εινός</i>, <i>αλε</i>-<i>εινός</i>. Ο τ. [[ευδεινός]] [[είναι]] μτγν.].
|mltxt=[[εὐδιεινός]], -ή, -όν (ΑΜ, Α και εὐδ(ε)ινός, -ή, -όν)<br /><b>1.</b> [[εύδιος]] («εὐδιεινὴν γαλήνην παρασχών», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>2.</b> (για [[τόπο]]) αυτός που προφυλάσσεται από τις καιρικές μεταβολές («ἐν εὐδιεινοῑς» — σε απάνεμα μέρη, <b>Ξεν.</b>). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>εὐδιεινῶς</i> (Α)<br />με [[πραότητα]], [[ήσυχα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ευδία]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>εινος</i>, [[κατά]] τα <i>φα</i>-<i>εινός</i>, <i>αλε</i>-<i>εινός</i>. Ο τ. [[ευδεινός]] [[είναι]] μτγν.].
}}
{{lsm
|lsmtext='''εὐδιεινός:''' -ή, -όν, = [[εὔδιος]], σε Πλάτ.· <i>ἐν εὐδιεινοῖς</i>, σε προφυλαγμένα [[σημεία]], σε ασφαλείς τόπους, σε Ξεν.
}}
}}