3,256,975
edits
(11) |
(4) |
||
Line 10: | Line 10: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἐλευθερουργός]], -όν (Α)<br />(για ίππο) αυτός που κινείται ελεύθερα, [[χωρίς]] χαλινάρια. | |mltxt=[[ἐλευθερουργός]], -όν (Α)<br />(για ίππο) αυτός που κινείται ελεύθερα, [[χωρίς]] χαλινάρια. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἐλευθερουργός:''' -όν (*[[ἔργω]]), [[αριστοκρατικός]], [[ευγενής]], [[αγέρωχος]], [[αλαζονικός]], λέγεται για [[άλογο]], σε Ξεν. | |||
}} | }} |