Anonymous

συμπερασματικός: Difference between revisions

From LSJ
6
(39)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -ό / [[συμπερασματικός]], -ή, -όν, ΝΜΑ [[συμπέρασμα]], -<i>ατος</i>]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται σε [[συμπέρασμα]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που διατυπώνεται με τη [[μορφή]] συμπεράσματος («συμπερασματικές κρίσεις»)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «συμπερασματικοί σύνδεσμοι» — σύνδεσμοι που εκφράζουν [[συμπέρασμα]] και οι οποίοι [[είναι]]: <i>ως</i> και <i>ώστε</i><br />β) «συμπερασματικές προτάσεις»<br /><b>γραμμ.</b> δευτερεύουσες επιρρηματικές προτάσεις οι οποίες δηλώνουν το [[αποτέλεσμα]] της ενέργειας που περιέχεται στο [[ρήμα]] της προσδιοριζόμενης πρότασης, αλλ. αποτελεσματικές προτάσεις ή προτάσεις ακολουθίας<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που περιέχει το [[συμπέρασμα]] συλλογισμού («[[ὅρος]] [[συμπερασματικός]]», Ασπάσ.). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>συμπερασματικώς</i> / <i>συμπερασματικῶς</i> ΝΜΑ, και <i>συμπερασματικά</i> Ν<br />[[κατά]] τρόπο συμπερασματικό.
|mltxt=-ή, -ό / [[συμπερασματικός]], -ή, -όν, ΝΜΑ [[συμπέρασμα]], -<i>ατος</i>]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται σε [[συμπέρασμα]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που διατυπώνεται με τη [[μορφή]] συμπεράσματος («συμπερασματικές κρίσεις»)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «συμπερασματικοί σύνδεσμοι» — σύνδεσμοι που εκφράζουν [[συμπέρασμα]] και οι οποίοι [[είναι]]: <i>ως</i> και <i>ώστε</i><br />β) «συμπερασματικές προτάσεις»<br /><b>γραμμ.</b> δευτερεύουσες επιρρηματικές προτάσεις οι οποίες δηλώνουν το [[αποτέλεσμα]] της ενέργειας που περιέχεται στο [[ρήμα]] της προσδιοριζόμενης πρότασης, αλλ. αποτελεσματικές προτάσεις ή προτάσεις ακολουθίας<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που περιέχει το [[συμπέρασμα]] συλλογισμού («[[ὅρος]] [[συμπερασματικός]]», Ασπάσ.). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>συμπερασματικώς</i> / <i>συμπερασματικῶς</i> ΝΜΑ, και <i>συμπερασματικά</i> Ν<br />[[κατά]] τρόπο συμπερασματικό.
}}
{{lsm
|lsmtext='''συμπερασματικός:''' -ή, -όν, αυτός που ανήκει ή αρμόζει στην [[επίτευξη]] ή την [[αποπεράτωση]], [[τελειωτικός]], [[συγκεφαλαιωτικός]]· επίρρ. -[[κῶς]], σε Αριστ.
}}
}}